Της Σοφίας Εμμανουήλ semmanouil@gmail.com
Η διαρροή επενδύσεων από την Ε.Ε. αποτελεί καμπανάκι για οικονομικές αλλά και περιβαλλοντικές συνέπειες, αφού η παραγωγή μεταφέρεται σε χώρες με μεγαλύτερο ανθρακικό αποτύπωμα θέτοντας υπό αμφισβήτηση ορισμένους στόχους και πολιτικές για το κλίμα στο βαθμό που δεν συνυπολογίζουν αναλυτικές αξιολογήσεις κόστους, οφέλους και επιπτώσεων στην οικονομία, τις επιχειρήσεις και την κοινωνία.
Με επίκεντρο τις αποφάσεις που λαμβάνονται στις Βρυξέλλες για την πράσινη μετάβαση και την απανθρακοποίηση της οικονομίας τα επιτελεία μεγάλων βιομηχανιών του κλάδου πλαστικών τονίζουν ότι δεν θα πρέπει να ενοχοποιείται συλλήβδην το πλαστικό την ώρα που η τεχνολογία εξελίσσεται και αναδεικνύει πρακτικές ανακύκλωσης και πολυμερών, τομέα στον οποίο επενδύουν κορυφαίες βιομηχανίες χημικών στον κόσμο.
Σύμφωνα με τον ΣΕΒ η επιχειρηματικότητα στηρίζει την μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα αλλά οι επιλογές που θα ακολουθήσει η Ε.Ε. θα πρέπει να διασφαλίζουν ίσους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων εντός και εκτός Ευρώπης, ενώ ειδική μέριμνα θα πρέπει να ληφθεί για τις εξαγωγές. Στο πλαίσιο προτάσεων του ΒΙΑΝ – Συμβουλίου ΣΕΒ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη για ταχύτερη και δικαιότερη πράσινη μετάβαση σημειώνεται ότι η αναθεώρηση του πλαισίου πολιτικών της Ευρώπης για τον μετριασμό και την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή δημιουργεί μια σειρά κρίσιμων προκλήσεων. Μεταξύ αυτών, το πακέτο μέτρων Fit for 55 και ειδικότερα η αναθεώρηση του Συστήματος Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ) και η πρόταση εφαρμογής του Μηχανισμού Συνοριακής Προσαρμογής Άνθρακα, αποτελούν επιλογές που αλλάζουν ριζικά τον τρόπο αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής στην Ε.Ε., ενώ ταυτόχρονα αυξάνονται οι κίνδυνοι απώλειας της ανταγωνιστικότητας.
Η χώρα μας, τα τελευταία χρόνια έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο σε επίπεδο πολιτικών και ρυθμιστικού πλαισίου, με την υιοθέτηση της Εθνικής Στρατηγικής για την Κυκλική Οικονομία το 2018 και την έγκριση του Σχεδίου Δράσης (Οδικού Χάρτη) το 2021, καθώς και με επιμέρους παρεμβάσεις, όπως ο εκσυγχρονισμός της νομοθεσίας για τη διαχείριση αποβλήτων. Ωστόσο, σε επίπεδο πρακτικής εφαρμογής, η κυκλική οικονομία στην Ελλάδα υστερεί σημαντικά, με μία από τις βασικές αδυναμίες να παραμένει το υψηλό ποσοστό ταφής αποβλήτων.
Για την Κυκλική Οικονομία, η ανάγκη επιτάχυνσης αφορά τόσο την εφαρμογή κανόνων και τις απαραίτητες υποδομές για να πετύχει η χώρα τους στόχους και να σταματήσει να καταβάλει πρόστιμα εκατομμυρίων (66,5 εκατ. ευρώ για άτυπη λειτουργία χώρων ταφής και 50 εκατ. ευρώ για αναποτελεσματική διαχείριση επικίνδυνων αποβλήτων), όσο και πλήρη αξιοποίηση των περίπου 12 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης που προορίζεται για σε κλιματικούς στόχους, μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις για μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Ειδικότερα, η κυκλική χρήση υλικών ανήλθε σε 2,4% το 2016 και σε 5,4% το 2020, σε σύγκριση με 12,8% κατά μέσο όρο στην Ε.Ε.. Τα ποσοστά αυτά καταδεικνύουν ότι το μερίδιο των δευτερογενών υλικών που επανεισάγεται στην οικονομία είναι πολύ μικρό.
To ΒΙΑΝ προτείνει μεταξύ άλλων τη σύσταση Παρατηρητηρίου για την παρακολούθηση της πορείας μετάβασης και τον έγκαιρο εντοπισμό αδυναμιών και καθυστερήσεων. Προτείνει επίσης την εφαρμογή του θεσμοθετημένου τέλους υγειονομικής ταφής, όπως ισχύει σε 23 χώρες της Ε.Ε., σύμφωνα με τις προβλέψεις του Νόμου 4819/2021, με στόχο να καταστεί η ταφή ακριβότερη της επεξεργασίας – διαχείρισης. Απαιτείται επάρκεια υποδομών σε εγκαταστάσεις χωριστής συλλογής, επεξεργασίας, αξιοποίησης, με στόχο την ανάκτηση δευτερογενών υλικών (σε ικανές ποσότητες και με κατάλληλη ποιότητα), ανάπτυξη προτύπων για δευτερογενή υλικά και καύσιμα και ενίσχυση των ελέγχων εφαρμογής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας μέσω ενεργοποίησης του θεσμού των ιδιωτών επιθεωρητών για την αποτελεσματική αντιμετώπιση φαινομένων αθέμιτου ανταγωνισμού στη νέα, κυκλική, οικονομία.