Παρά τη δραματική μείωση στο ποσοστό θνησιμότητας βρεφών και νηπίων, 15.000 παιδιά κάτω των πέντε, εξαιτίας της διάρροιας ή της ελονοσίας, εξακολουθούν να πεθαίνουν καθημερινά σε ολόκληρο τον κόσμο, σύμφωνα με κθεση του ΟΗΕ.
Η έκθεση προειδοποιεί ότι επειδή κάποιες αφρικανικές χώρες και χώρες της Νότιας Ασίας εξακολουθούν να βρίσκονται πίσω στην παροχή θεραπείας, περισσότερα από 60 εκατομμύρια παιδιά θα πεθάνουν μέχρι το 2030 από ασθένειες που μπορούν να προληφθούν.
Το 2016, εκτιμάται ότι 5,6 εκατ. παιδιά πέθαναν πριν από τα πέμπτα τους γενέθλια, όπως ανακοίνωσαν σε κοινή τους έκθεση η οργάνωση του ΟΗΕ για τα παιδιά και η Παγκόσμια Τράπεζα. Ο αριθμός αυτός σηματοδοτεί μια τεράστια μείωση από τους 12,6 εκατ. θανάτους το 1990. Αλλά οι οργανώσεις αυτές αναφέρουν ότι οι θάνατοι 15.000 παιδιών κάτω των πέντε ετών παραμένει ένας “ανεπίτρεπτα υψηλός αριθμός”.
Πνευμονία, διάρροια και ελονοσία βρίσκονται στην κορυφή της λίστας των ασθενειών που ευθύνονται για την παιδική θνησιμότητα και μπορούν να προληφθούν. Σύμφωνα με την έκθεση, για τους μισούς από αυτούς τους θανάτους ευθύνεται και ο υποσιτισμός που καθιστά τα παιδιά πιο ευάλωτα στις σοβαρές ασθένειες.
Το υψηλότερο ποσοστό βρεφικής θνησιμότητας το έχει η υποσαχάρια Αφρική με 79 θανάτους κατά μέσον όρο για κάθε 1.000 γεννήσεις το 2016. Ωστόσο η Ινδία έχει τον υψηλότερο αριθμό βρεφικών θανάτων με περισσότερους από 850.000, ενώ η Νιγηρία έρχεται δεύτερη με τουλάχιστον 450.000.
Οι μισοί θάνατοι σημειώνονται στην Ινδία, τη Νιγηρία, την ΛΔ Κονγκό, την Αιθιοπία, την Κίνα και τον Νίγηρα.